Της Μαρίστης Μπουρνουσούζη
Ταξίδεψε τον κόσμο, βγες από το καβούκι σου, γνώρισε τον εαυτό σου μέσα από τα μάτια άλλων και γνώρισε τον κόσμο μέσα από τα δικά σου μάτια.
Τι πιο απλό από το να γεμίσεις μια βαλίτσα με ρούχα και ένα ζευγάρι παπούτσια αθλητικά και βολικά, γιατί θα έχει πολύ περπάτημα να ξέρεις.
Τι πιο απλό να πάρεις ένα λεωφορείο, ένα αυτοκίνητο, ένα πλοίο ή ένα αεροπλάνο ό,τι σε βολεύει τέλος πάντων και να πας, να πας μακριά, πιο πέρα από εκεί που πιάνει το μάτι σου, που αγγίζει το κορμί σου.
Τι φοβάσαι; Τι φοβάσαι ακριβώς; Μην πέσεις και χτυπήσεις; Δεν είσαι πια παιδί μωρό. Ξέρεις να πατάς γερά στην γη. Ξέρεις να σκέφτεσαι και να αποφασίζεις. Και ζεις σε μια χώρα που έχεις δικαίωμα και να σκέφτεσαι και να πράττεις. Μην το χαραμίζεις με τις μιζέριες των άλλων.
Δεν μπορώ να πάω ταξίδι, δεν έχω λεφτά. Δεν μπορώ να πάω ταξίδι, δουλεύω όλη την ώρα, δεν έχω χρόνο. Δεν μπορώ να φύγω, έχω παιδιά. Δεν μπορώ να πάω πουθενά, έχω υποχρεώσεις. Μην δικαιολογείσαι σε έμενα, στο κάθε έμενα που σε ρωτάει καθαρά «γιατί δεν πας και ένα ταξιδάκι;» Δικαιολογήσου πρώτα στον εαυτό σου, που τον αφήνεις να περιμένει μια συγκίνηση και του την αρνείσαι. Δικαιολογήσου στο μελλοντικό σου εγώ, όταν θα έρθει η στιγμή να κάνει απολογισμό και είμαι σίγουρη ότι θα πεις εμένα δεν τα έφερε η ζωή όπως ήθελα. Πάντα η ζωή δεν θα είναι δίκαιη, δεν θα τα σερβίρει όλα όπως θέλουμε. Ξέρεις, πρέπει να μαγειρέψουμε κιόλας, κάποια στιγμή. Η ζωή θα είναι γενναιόδωρη στους γενναιόδωρους.

Δεν ταξιδεύεις. Σημαίνει ότι δεν τρελαίνεσαι κιόλας. Και να δεχτώ ότι σε κάποιους δεν αρέσει να ταξιδεύουν και λοιπόν δεν ταξιδεύουν. Αποδεκτό. Αν όμως γκρινιάζεις και φθονείς του άλλους που το κάνουν με τέτοια ευκολία, μήπως κάτι μέσα σου σιγοκαίει. Μήπως η φωτιά αυτή είναι ένας έρωτας με τα ταξίδια, ένας έρωτας με τον κόσμο όλο. Νιώθεις έναν έρωτα απαγορευμένο, καλά κρυμμένο εκεί ίσως πίσω από τον εγωισμό στου και την ηττοπάθεια σου που βασιλεύουν στο μυαλό σου, στο κορμί σου όλο.
Ξερίζωσε τον εγωισμό σου, πέτα μακριά την ηττοπάθεια, κάνε τις επιθυμίες σου πράξεις. Ξεκίνα με κάτι μικρό. Ένα ταξιδάκι. Ένα μικρό ταξιδάκι για λίγες μέρες. Και μετά θα θες και άλλο, και άλλο, μέχρι που δεν θα χορταίνεις. Και θα ξεχάσεις την ζωή που σου πρόσφερε η μιζέρια. Τι φοβάσαι μήπως χαλάσεις λίγα παραπάνω χρήματα και δεν μπορέσεις να αγοράσεις το καινούργιο κινητό, ή να πάρεις τις τέλειες γόβες που είδες τις προάλλες στη βιτρίνα. Μην γελιέσαι αυτά δεν μένουν μια ζωή. Οι αναμνήσεις όμως μένουν και φανερώνουν έναν άνθρωπο γεμάτο και ολοκληρωμένο, που γνώρισε το διαφορετικό, το αγάπησε ή το μίσησε όμως το δέχτηκε, δέχτηκε να το γνωρίσει.
Ει ταξίδεψε και εσύ, μην φοβάσαι ότι θα χαθείς. Σε αυτό τον κόσμο, είσαι ήδη χαμένος στον εαυτό σου και από τον εαυτό σου.
Ταξίδεψε και εσύ ως τα απέραντα της γης και άσε μικροπράγματα να μένουν πίσω από το μυαλό σου, έξω από την ψυχή σου.